Πέμπτη, Ιουνίου 01, 2006

Χωρίς Τίτλο - THE END

Η φωνή που έλεγε το ονομά μου ήταν αρκετά γνωστή, απο το πρόσφατο παρελθόν αλλά ο εγκέφαλος είχε ασκήσει βέτο στο να την επεξεργαστεί και να μου δώσει την πληροφορία, σε ποιόν (μάλλον ποιάν) ανήκει. Χωρίς να καταλάβω το πώς και το γιατί έχω μείνει άγαλμα, δεν γυρίζω να αντικρύσω την γυναίκα που με φώναζε, συνεχίζοντας να κουνάω αμήχανα το χέρι της καίτης. Ίσως η μεγαλύτερη σε διάρκεια χειραψία που έχω κάνει στην ζωή μου.

Απέναντι μου η καίτη να με κοιτάει απορημένη, να νιώθω τις χιλιάδες ερωτήσεις που περνάνε απο το μυαλό της και αν ήταν τεχνικώς δυνατόν να μπορούσε να μου τις πεί όλες με τη μία. Άφωνος και ο κώστας, προσπαθεί να κουμπώσει τα διάφορα κομμάτια του πάζλ (που σίγουρα ήξερα αρκετά απο αυτά) Και οι δύο μου δώσανε την εντύπωση οτι ξέρανε πλέον αρκετά καλά ποιός είναι ο τύπος με το όνομα βασίλης στην ιστορία που τους είχε πεί η ντίνα. Γιατι όσο και να μην ήθελα να το πιστέψω η γνωστή φωνή πίσω μου ήτανε της ντίνας.

Δεν μπορώ να πώ οτι έχω παράπονο απο την ζωή, μου γνώρισε όλο σχεδόν το σόϊ της ντίνας, την μάνα της μαζί με την κορούλα της και τώρα την αδερφή της. Κοινό σημείο? οτι δεν ήξερα οτι υπάρχει κανείς απο αυτούς, για τον πατέρα της είχα μάθει απο τον κώστα οτι είχε φύγει αρκετά νωρίς απο την ζωή.

Την όλη σειρά των σκέψεων και την ησυχία που είχε πέσει διακόπτει ο κώστας, μονολογώντας οτι είναι απίστευτο αυτο που έχει συμβεί. Ούτε σε μυθιστόρημα δεν γίνονται τέτοια πράγματα, φυσικά δεν είχα κανένα λόγο να διαφωνήσω μαζί του. Με τα πολλά γυρίζω, βλέπω την ντίνα. Εντυπωσιακή, δεν μπορώ να πώ, όπως την θυμώμουνα. Καμία αλλαγή πάνω της, ακριβώς όπως και την τελευταία φορά που την είχα δεί, όταν εμφανίστηκε τότε στο καφέ, πρίν περίπου ενάμισυ μήνα και κάτι ψιλά. Φάνηκε η μεγάλη της έκπληξη στο προσωπό της, είναι αλήθεια οτι και για αυτήν ήταν ένα απο τα πιό περίεργα παιχνίδια που της είχε οργανώσει η ζωή. Μετά την αρχική χαρά και την έκπληξη, φάνηκε να είναι κάπως σαστησμένη, να μην ξέρει πως να αντιδράσει. Την λύση την έδωσε ο κώστας, με τα κρύα αστεία του και τα περίεργα γέλια. Ζέστανε λίγο την όλη ατμόσφαιρα.

Η αδερφή της με τον κώστα είχαν αποτραβηχτεί και καλά να πούνε κάτι δικά τους και έχουμε μείνει μόνοι να κοιταζόμαστε σαν ηλίθιοι, ο καθένας βυθισμένος στις δικές του σκέψεις, με τόσες απορίες και απο τις δυο πλευρές αλλά να μην ξεκινάει κανείς να πεί ή να κάνει κάτι. Δεν μου άρεσε το όλο σκηνικό και της προτήνω να πάμε βολτούλα, να τσιμπήσουμε και κάτι και ν ατα πούμε αλλά χωρίς τα παιδιά. Συμφώνησε και φεύγουμε με την μια χωρίς να πούμε κάτι στα παιδιά, όχι οτι θα μας έψαχναν αλλά έτσι για το γαμώτο.

Είχε σκοτεινιάσει και εμείς σουλατσάρουμε στην παραλία, για κάποιο περίεργο λόγο η ντίνα ήταν αμίλητη, δεν έβγαζε άχνα, οπότε άρχησα τα δικά μου για να μπούμε σε ένα πιο καλό και φιλικό κλίμα. Της είπα για την γνωριμία με τον κώστα, πως περνάγαμε εκεί, τον λόγο που αποφάσησα να εξαφανιστώ και τα σχετικά, χωρίς να προχωρήσω σε λεπτομέρειες. Εγώ μίλαγα και η ντίνα στην κοσμάρα της, ταξίδευε σε άλλο μήκος κύμματος, σε άλλον πλανήτη και της λέω την πρόταση που την έκανε τούρκο (αθελά μου φυσικά):

--Σε βλέπω κάπως άβολα να αισθάνεσαι, αν δεν γουστάρεις που μας ήρθαν έτσι δεν χρειάζεται να βασανίζεσαι, να χαλάσεις το σαββατοκύριακο σου. Ο κώστας έχει οργανώσει καλά γούστα οπότε θα περάσετε φίνα και χωρίς εμένα.

Σαν να της άγγιξα κάποιο νεύρο, κάποιο κουμπί και τα πήρε. Τόσα πολλά λόγια σε τόσες λίγες στιγμές δεν νομίζω να μπορέσει άλλη γυναίκα να τα πεί. Μου έλεγε οτι με έψαχνε σχεδόν δυο μήνες, ήθελε να βρεθούμε να μιλήσουμε, δεν ήθελε να τελειώσει (αν έπρεπε) με τέτοιο τρόπο, δεν πίστευε το γιάννη που της έλεγε οτι δεν ήξερε που βρίσκομαι, δεν κατάλαβε γιατί εξαφανίστηκα χωρίς να ξέρει κανείς που είμαι, ότι έχει πολλά να μου πεί που νόμιζε οτι δεν θα είχε την ευκαιρία να μου τα πεί και όλα τα συναφή. Και το στόμα της να έχει πάρει φωτιά, απίστευτη γρηγοράδα στην ομιλία της και στην σκέψη της φυσικά.

Δεν το πολυκατάλαβα το όλο σκηνικό, αλλά μου έκανε κάτι σαν να ήμουνα και κατηγορούμενος και έπρεπε να απολογηθώ. Σκέφτηκα οτι αν απαντήσω και μπούμε στην διαδικασία του εσύ είπες και εγώ έκανα δεν θα βγάζαμε άκρη και θα τα μπλέκαμε ακόμη περισσότερο τα πράγματα. Έχουμε σταματήσει σε ένα σημείο και την έχω μπροστά μου ν αμου λέει τα περίεργα και εγώ να την κοιτάω τόσο ερωτικά!!!!, η ψιλοτσαντίλα που είχε όταν μίλαγε της έδεινς ένα φοβερά ερωτικό τόνο στα χαρακτηριστικά της. Καθόμουνα και την χάζευα, ενώ συνέχιζε ακτάπαυστα να μιλάει για το διάστημ που δεν με έβρησκε. Παρατηρούσα το χρώμα των μαλλιών της και με εντυπωσίαζε, η έντονη απόχρωση του μπλέ που ξεχώριζε απο το μαύρο στο φώς του φεγγαριού, τα μαύρα μάτια της ήταν εντυπωσικά, το βλέμα μου έκανε μια βόλτα απο όλα τα χαρακτηριστικά του προσώπο της και μου ξαναθύμισε την σκέψη που είχα κάνει όταν την γνώρισα στο πάρτυ: ήταν πολύ όμορφη, γεγονός.

Αυθόρμητα βάζω τα δαχτυλα μου στα χείλη της και σταματάει με τον ίδιο απότο μο τρόπο να μιλάει όπως είχε αρχίσει. Με κοιτούσε με ένα περίεργο βλέμμα ήμουνα σίγουρος για την σκέψη της: "αν δεν με φιλήσεις τώρα, θα σου ανοίξω το κεφάλι με κανά βότσαλο, το πιο μεγάλο που θα βρώ". Κάτι προσπάθησα να πώ (δεν θυμάμαι τί), αλλά κάνει την ίδια κίνηση να με σταματήσει, και σεβάστηκα την σκέψη της για το φιλί (οχι οτι δεν ηθελα, να μην λέμε και οτι θέλουμε). Αμέσως μετά την βλέπω να είναι μέσα στην τρελή χαρα, ένα κέφι απίστευτο και ήθελε να πάμε για φαϊ. Πρόβλημα κανένα.

Είχε το τρελό κέφι βάζουμε και 2 μπουκαλάκια κρασί, οπότε η ντίνα βρίσκονταν σε άλλη διάσταση, όχι μεθυσμένη αλλά με ένα τρελό κέφι. Στην βόλτα που ακολούθησε (για να χωνέψουμε και τα όχι λίγα που χλαπακιάσαμε) μου ζήτησε να περάσουμε μαζί το διήμερο και μετά να αποφασίσω εγώ αν θα συνεχίσουμε ή όχι. Δεν ξέρω γιατί αλλά αν και θα μπορούσα να πώ ναί για το διήμερο και να την κάνω μετά, της είπα απο την αρχή να μην ελπίζει για κάποια συνέχεια. Οι λόγοι άπειροι: η διαφορά ηλικίας, η κόρη της, το γεγονός οτι θα έφευγα το σεπτέμβρη για σπουδές εκτός ελλάδος ήταν οι κυριότεροι. Τα περισσότερα τα ήξερε γιατι είχε συζητήσει με τον γιάννη που με ήξερε σαν κάλπικη δεκάρα, το πώς σκέφτομαι και το πώς αντιδρώ γενικά. Οπότε της έκανα την εξήγηση απο την αρχή να μην ελπίζει σε κάποια συνέχεια, τουλάχιστον όσο αφορά το ερωτικό κομμάτι.

Το δέχτηκε χωρίς περιστροφές και μου ζήτησε το ΤΕΛΕΥΤΑΙΟ ΜΑΣ ΕΡΩΤΙΚΟ ΔΙΗΜΕΡΟ, χωρίς το αύριο χωρίς το μετά. Δεν αρνήθηκα, άλλωστε ήταν η πιο εντυπωσιακή γυναίκα που είχα μέχρι τότε δίπλα μου (και ανάμεσα στις καλύτερες ακόμη και σήμερα), σε συνδυασμό με το κάτι που μου έκανε κλίκ στο χαρακτήρα και την συμπεριφορά της, αναμηγμένα με τις απίστευτες στιγμές που είχαμε ζήσει σπίτι της, δεν μου έδειναν περιθώρια άρνησης. Με την όλη αυτή συζήτηση έχουμε φτάσει στην βάρκα, ανεβαίνουμε και χανόμστε στο σκοτάδι. Η εμπειρία του απίστευτου έρωτα εκείνης της βραδυάς στην μέση της θάλασσας, στο απόλυτο σκοτάδι, με τα μικροσκοπικά φώτα που έκαναν μια αμυδρή αντανάκλαση πάνω στο νερό ήτανε μοναδική.

Το διήμερο απο τα καλύτερα (αν όχι the best so far), και για τους δυό μας, Απίστευτες σκηνές ερωτισμού, γέλιου, ξεγνιασιάς, ηρεμίας και ίσως κάποια σημεία πραγματικής αγάπης. Δεν μπόρεσα ποτέ να το ξεκαθαρίσω ολοκληρωτικά το σημείο αυτό, ούτε φυσικά και η ντίνα. Το μόνο σίγουρο είναι οτι μπήκαμε βαθιά στην ψυχή του άλλου, κρατήσαμε ένα σημείο δικό μας που δεν θα μπορούσε να το κατακτήσει ποτέ κανείς άλλος, το διήμερο εκείνο χαράκτηκε για πάντα στην ψυχή και την μνήμη μας. Άλλωστε δεν ήταν λίγες οι φορές που σε τηλεφωνικές συζητήσεις που είχαμε (ναι, είχαμε αναπτύξει μια "φιλία" να το πω, αρκετά δυνατή που πάντα όμως βασίζονταν στις αναμνήσεις μας), διεθνείς πλέον λόγω των σπουδών μου, αναπολούσαμε εκείνο το διήμερο. Δεν ήταν λίγες οι φορές που φτάσαμε τόσο κοντά να το επαναλάβουμε αλλά ποτέ όμως δεν το κάναμε, αν και το αναφέραμε για χρόνια.

Παρόλα αυτά, δεν μπορώ να ξέρω αν ήτανε σωστό ή όχι το να αρνηθώ την τελευταία φορά. Κάποιες στιγμές πιστεύω οτι έκανα το "σωστό" (τι να σημαίνει άραγε σωστό?), όταν μετά απο 4 χρόνια, καλοκαιράκι συναντηθήκαμε και μου είπε οτι είχε έναν σοβαρό δεσμό εδώ και κάποιους μήνες. Κατα πάσα πιθανότητα πρίν το τέλος του χρόνου θα παντρεύονταν, μου ζήτησε να κάνουμε πραγματικότητα το όνειρό μας, να επαναλάβουμε το διήμερο, αυτό που συζητούσαμε τα τελευταία 4 χρόνια να γινότανε πραγματικότητα.

Η χαρά μου ήταν απίστευτη όταν μου είπε ότι ίσως παντρευτεί. Αλλά δεν ήταν ολοκληρωτική, κάτι με χάλαγε, με κόλλαγε και φυσικά όταν μου πρότεινε για το διήμερο δεν σκέφτηκα ούτε στιγμή την αντίδρταση μου. Απλά μου βγήκε, αυθόρμητα.

Σηκώθηκα, την φίλησα στο στόμα και έφυγα. Δεν είπα κάτι περισσότερο δεν έκανα κάτι λιγότερο. Απλά, έφυγα. Μπερδεμένα συνασθήματα για πολύ καιρό, το σεπτέμβρη νε παίρνει τηλέφωνο (διεθνή) η κούκλα. Ξαφνιάστηκα, δεν ήταν και οτι πιο φυσικό. Μου ζήτησε αν μπορούσα να βρεθώ στο γάμο της μαμάς της, σε 2 μήνες. Μαλάκας εγώ στο τηλέφωνο, έκπληξη απίστευτη να με πάρει η χριστίνα να μου ζητήσει κάτι τέτοιο. Μετά την πρόταση, εμφανίζεται η γνώριμη φωνή της ντίνας, μου εξήγησε οτι φοβότανε να πάρει μην το κλείσω. Με ήθελε με κάθε θυσία στο γάμο της, και σε θέση στο τραπέζι δίπλα στην αδερφή της και τον κώστα (το γκαρσόν). Το ίδιο συναίσθημα για ακόμη μια φορά, έκδηλη χαρά γιατο γάμο της αλλά και κάτι......περίεργο.

Στο γάμο της φυσικά και πήγα. Απλά υπέροχη, κάθε λέξη για να την περιγράψω θάναι σαν να την αδικώ. Σε κάποια στιγμή, που γίνονταν οι καθιερωμένες ευχές, φεύγει η χριστίνα και έρχεται δίπλα μου, στέκεται κοιτώντας την μάνα της, μονολογεί οτι είναι πολύ όμορφη και ο γαμπρός είναι καλό παιδί. Δεν ανέφερε ούτε μπαμπάς - πατριός ή κάτι άλλο, απλά είπε γαμπρός. Είχε πλέον μεγαλώσει αρκετά η χριστίνα, έκλεινε τα 13 και έμοιαζε απίστευτα στην ντίνα. Γυρνώντας να φύγει, μου σκέι ένα φιλί στο μάγουλο και μου ψιθυρίζει:

--"Δεν θα ξεχάσω ποτέ ότι πίνεις το φραπέ με 9 παγάκια, ούτε και η μαμά".

Δεν μπόρεσα να μπώ στη σειρά για να χαιρετήσω και να ευχηθώ. Στάθηκα λίγο ακόμα να την χαζεύω, να σιγουρευτώ ίσως οτι όντως είναι χαρούμενη και ευτυχισμένη. Κάνοντας να φύγω, σαν να το ήξερε, γύρισε το κεφάλι της με κοίταξε και το βλέμα της μου έδωσε όλες απαντήσεις. Κάνω ένα νόημα με μιά ελαφρά κίνηση του κεφαλιού, της στέλνω ένα φιλί και εξαφανίζομαι. Ήταν η τελευταία φορά που την είδα, κατάλαβα οτι ήταν χαρούμενη αλλά .....

Απο τότε δεν την είδα ούτε την άκουσα, κατα καιρούς μαθαίνω νέα της απο την λένα (έχει διατηρήσει φιλική σχέση με τον γιάννη), ενώ σε ανύποπτη στιγμή μετά απο μερικά χρόνια συναντήθηκα "τυχαία" με την χριστίνα. Είχε γίνει αντίγραφο της ντίνας, πανέμορφη. Πολλές οι προσπάθειες κατά καιρούς απο διάφορους "γνωστούς" για κάποια συνάντηση μας με την ντίνα. Είχαμε όμως και οι δύο την άποψη: "Δεν είναι σωστό"

ΤΙ ΕΙΝΑΙ ΤΕΛΙΚΑ ΤΟ ΣΩΣΤΟ ΚΑΙ ΠΟΙΟ ΤΟ ΛΑΘΟΣ?