Δευτέρα, Μαΐου 29, 2006

Χωρίς Τίτλο - VI

Φτάνω κάποτε σπίτι, μπαίνω μέσα, χτυπάω φραπεδάκι (με τα 9 παγάκια πάντα) κάθομαι στην πολυθρόνα και προσπαθώ να συμμαζέψω τα κομμάτια μου. Πρίν ξεκινήσω την όποια σκέψη, με παίρνει ο γιάννης. Με την πρώτη λέξη καταλαβαίνω οτι ήξερε τα πάντα. Του τα είχε πεί η δικιά του, σε κάποια στιγμή το πρωϊ η λένα (του γιάννη το ραντεβού ντε) είχε πάρει την ντίνα τηλέφωνο μετά απο προτροπή του γιάννη. Όταν η ντίνα είπε στην λένα οτι δεν ήξερα τίποτα ψιλοφρύκαρε η λένα και κάνανε έναν περίεργο διάλογο. Κομμάτια του διαλόγου αυτού άκουγα εγώ μέσα στον ύπνο μου (αρχίζω να κολλάω όλα τα κομμάτια σιγά σιγά). Κλείνουμε το τηλέφωνο και έρχεται ο γιάννης για να δώσει τροφή στην περιεργειά του και για το γέλιο φυσικά της ιστορίας.

Του λέω στα γρήγορα τα γεγονότα, αρχίζει τα γέλια και το πείραγμα. Τη ανάγκη είχε αυτός? Αν του τύχεναι αυτουνού δεν νομίζω να γέλαγε. Αφου έχει περάσει και λίγο η ώρα μου πετάει και την μ@λ@κ@@ που έκανε, αθελά του φυσικά αλλά χοντρή ρε φίλε. Την εποχή εκείνη ήμασταν και οι δυο μόνοι μας, οπότε την βγάζαμε η στο δικό μου ή στο δικό του σπίτι και παντα δίναμε και τα δυο τηλέφωνα αν κάποιος ήθελε να μας βρεί. Το αυτό έκανε και με την λένα. Και μου το λέει με μια απλότητα σαν να μου έλεγε οτι αγόρασε εφημερίδα. Το κατάλαβε όταν είδε οτι έμεινα με το καλαμάκι στο στόμα και να τον κοιτάω σαν εξωγήινος. Την επόμενη μισή ώρα να προσπαθεί να μου πεί οτι δεν θα μάθει η ντίνα το τηλέφωνο (αν είναι δυνατόν, η λένα θα κάνει το χατήρι του γιάννη και όχι της κολλητής της). Τέλος πάντων δεν έχω κουράγιο να υποστηρίξω την γνώμη μου, δεν έχχω και χρόνο γιατί με έκοψε το κουδούνισμα του τηλεφώνου, του κάνω νόημα να το σηκώσει και να ξεχάσει οτι με ξέρει η αν βρίσκομαστε στον ίδιο πλανήτη όποιος και να είναι στην άλλη πλευρά.

Ευτυχώς (για τώρα) είναι η λένα, ρωτάει σε τι κατάσταση είμαι και (άκουσον - άκουσον) αρχίζει να εξηγεί το πόσο χάλια είναι η φίλη της. Βρίσκεται σε άσχημη ψυχολογική κατάσταση για οτι έγινε και τα σχετικά και να μιλάει για την ντίνα κανά μισάωρο.

ALLOOO κορίτσι, εγώ γλύτωσα το έμφραγμα, εγώ τρέμω ακόμα, εγώ έχω συλλαβήσει όλες και όλες 4-5 λέξεις το τελευταίο πεντάωρο και σύ μας λές για την φίλη σου οτι αισθάνεται άσχημα? Κορίτσια υπάρχει και θεός, ύμαρτον. Και δεν φτάνουν όλα αυτά αλλά ζητάει να την πάρω και τηλεφωνο για να μην νιώθει άσχημα!!!!! (να κόψω τώρα τις φλέβες μου ή έχω και άλλα να ακούσω?) Το ωραίο στην υπόθεση είναι οτι αναφέρει στον γιάννη οτι της έδωσε το τηλεφωνό μου και θα με πάρει σίγουρα αυτή αργότερα αλλά καλύτερα να την έπαιρνα πρώτος εγώ. Εκείνη την στιγμή ήταν η μόνη φορά που με γέμισε η καθόλα ελληνικότατη έκφραση της ανοικτής παλάμης που έστειλα στον κολλητό.

Το όλο θέμα δεν ήταν αν θα πάρω η οχι την ντίνα, αλλά τι να της πω. Δεν είχα καλά καλά αρθρώσει ακόμα ολόκληρη πρόταση με κάποιο συγκεκριμένο νόημα, οπότε τι να έλεγα στην ντίνα? Εκείνη την εποχή δεν είχαμε και εικονοτηλέφωνα, σε συνδυασμό με κάποια νοήματα κάτι να γινότανε. Το πώς εξήγησα στον γιάννη την κατάσταση είναι άλλη φάση. Είχαμε μεγαλώσει μαζί οπότε το ανακάτεμα λέξεων εκφράσεων και νευρικών κινήσεων των άκρων έδινε μια πλήρη εικόνα στον γιάννη. Μόνο αυτός θα μπορούσε να καταλάβει. Αλλά με την ντίνα τι να έλεγα? Η και στο φινάλε και να ήμουνα σε νορμάλ κατάσταση να την παρηγορούσα που λίγο έλειψε να με στείλει να κοιτάω τα θυμαράκια ανάποδα?

Με τα πολλά αποφασίζουμε να βγούμε οι τρείς μας για μια βολτούλα να μου μιλήσει η λένα και καλά. Χρηστέ μου τι άλλο έχω να ακούσω? Το επόμενο τρίωρο να έχω την λένα απεναντί μου να προσπαθεί να μου εξηγήσει οτι τίποτα δεν ήταν εσκεμμένο, η ντίνα είναι πολύ καλό κορίτσι ( οι κακοί είναι στη φυλακή - σκέφτομαι), δεν σου είπε κάτι γιατί δεν περίμενε να έρθουν σήμερα (πάντα κάποιος άλλος φταίει για τις αρχιδιές που κάνουμε), δεν τίθεται θέμα να θέλει να παίξει κανά παιχνιδάκι μαζί σου (και αυτό που έζησα δηλαδή το έκανε στα σοβαρά? ήθελε να αποχαιρετίσω τον κόσμο τόσο νωρίς?) και βασικά όλα ήταν μια ατυχής σύμπτωση!!!!!! (τα χάπια μου παιδιά, σε λίγο θα βγώ και κατηγορούμενος). Πρέπει να της μιλήσω να εκτονοθεί η κατάσταση και κάτι τέτοια. Νάχω και το γιάννη δίπλα να με βλέπει να ανοίγω το στόμα και να μην μπορώ να πώ οτι θέλω και να γελάει και να με εκνευρίζει ακόμα περισσότερο. Σε μια στιγμή φλασάρω και ρωτάω: "Δεν πιστεύω να της είπες που ήμαστε και να μούρθει με την κούκλα αγκαλιά, δεν θα το αντέξω. Αν σχεδιάσατε κάτι τέτοιο καλύτερα κάλεσε ασθενοφόρο τώρα".

ΠΟΤΕ ΜΑ ΠΟΤΕ ΜΗΝ ΠΙΣΤΕΨΕΤΕ ΓΥΝΑΙΚΑ ΠΟΥ ΠΑΙΡΝΕΙ ΣΟΒΑΡΟ ΥΦΟΣ ΝΑ ΑΠΑΝΤΗΣΕΙ --- Π Ο Τ Ε

Ναί μεν η λένα είπε οτι δεν συναίβει κάτι τέτοιο και αλλάζει θέμα, να μου πεί οτι αποφασίσανε με το γιάννη να είναι μαζι και τα σχετικά. Έλα όμως που δεν περνάει κανά μισάωρο και εμφανίζεται η ντίνα. Ευτυχώς χωρίς την κούκλα (δεν έχω κάτι απέναντι στη μικρή, αντιθέτως μπορώ να πώ οτι την είχα συμπαθήσει). Με τον ίδιο τρόπο που γίνεται αλλαγή σκοπού έγινε και στο δικό μας τραπέζι. Μόλις κάθησε η ντίνα την ίδια στιγμή σηκώθηκαν και οι δυο και εξαφανιστήκανε.

Τα λόγια της λένας τα ακούω πλέον σε replay απο την ντίνα, αφού σε κάποια στιγμή σκέφτηκα " ρε μπας και γράψανε κανά κατεβατό το μάθανε απέξω και το λένε?" Σχεδόν πανομυότυπες λέξεις και προτάσεις με τη διαφορά της ντίνας να έχουν μία έντονη συναισθηματική φόρτηση. Είπε οτι είχε να πεί, χωρίς να βγάλω ούτε κιχ, εκεί κάπου άρχησα να μιλάω φυσιολογικά και κανονικά. Της ζήτησα να με αφήσει κάποιες μέρες να συνέλθω και τα ξαναλέμε. Συμφώνησε. (αμ δε)

ΤΟ να με παίρνει 5-6 φορές τηλέφωνο σε καθημερινή βάση, το να κανονίζει μεσω της λένας να βγούμε τετράδα δεν νομίζω να είναι οτι της ζήτησα. Εκεί λοιπόν τα αποφάσισα. Είχα μια πρόταση να πάω για δουλειά στον Άγιο Κωνσταντίνο και χωρίς να το σκεφτώ ψάχνω να βρώ το τηλέφωνο. Λίγο αργοπορημένος αλλά αν υπήρχε ακόμα θέση θα έφευγα την ίδια ακριβώς μέρα. Έτσι και έγινε. Δεν λέω ούτε στο γιάννη σε ποιό μέρος θα πάω για δουλειά (τα σίγουρα είναι σίγουρα) και φαντάστηκε για κάποιο νησί ως συνήθως.

Το μαγαζάκι οικογενειακό, με ένα μόνιμο γκαρσόνι τα τελευταία 3 χρόνια και εγώ σαν έκτακτη ενίσχυση. Κρατάγαμε το μαγαζί οι δυο μας και το αφεντικό (φοβερός τύπος) ερχότανε όταν είχε κίνηση να βοηθήσει τη γυναίκα του στο ψήσιμο ή λίγο πρίν κλείσουμε να πάρει τις εισπράξεις και να φύγουμε για τα γειτονικά σκυλάδικα. Ο κώστας ( το μόνιμο γκαρσόν) γαμώ τα άτομα, μισή μερίδα άνθρωπος και κουβάλαγε 15 κιλά δίσκο σαν να είναι σπιρτόκουτο, ενώ στο άλλο χέρι πάντα ένα ποτήρι για την πάρτη του. Ζάχαρη πέρασα ενάμισυ μήνα, δεν μπορώ να πώ. Πλησιάζει σχεδόν ο αύγουστος και μας λέει το αφεντικό οτι θα λείψει για το επόμενο σαββατοκύριακο και αν θέλαμε δουλεύαμε μόνοι το μαγαζί και οτι βγάζαμε δικά μας ή ξεκουραζόμασταν απο παρασκευή μέχρι δευτέρα.

Συμβούλιο με τον κώστα 5 μέρες πρίν, μεσημεράκι κάτω απο την ακακία με το κλασικό φυσικό εγώ φραπεδάκι και το ουίσκυ ο κώστας. Δεν μπορούμε να βγάλουμε άκρη το τί να κάνουμε. Πετάω την ιδέα να φωνάξουμε τίποτα φιλαράκια απο αθήνα και αφού θάχουμε όλο το σπίτι δικό μας δεν υπάρχει πρόβλημα χώρου και όσοι περισότεροι τόσο καλύτερα. Δεν του άρεσε και μου λέει:

--"Ρε σύ, να φωνάξω δύο πολύ καλές μου φίλες να έρθουν? είναι και αδερφές, κάνουν γαμώ τις παρέες αλλά μεγαλώσαμε μαζί οπότε μην περιμένεις κάτι περισότερο, τις έχω σαν δικές μου αδερφές."
--Κανένα πρόβλημα, κανόνισε να έρθουν, γιατί όχι?

Τηλεφωνάκι ο κώστας μέσα στην τρελλή χαρά αυτές, θα τελειώνανε τη δουλειά παρασκευή και θά έρχονταν αργά το βράδυ με το λεωφορείο. Οπότε οργανώνουμε το σαββατοκύριακο. Θα νοικιάζαμε και βαρκούλα απο μια γνωστή δικιά μου για καμιά μεταμεσονύκτια τσάρκα, και όλα καλά.

Φτάνει η παρασκευή, μεσημεράκι και εμείς πάλι κάτω απο την ακακία, να σκεφτόμαστε τι έχουμε ξεχάσει. Μόνο τη βάρκα αλλά θα πάω τώρα να κάνω κουμάντο αλλά ξαφνικά σκάνε 3 πούλμαν με εκδρομείς και όλοι στο δικό μας μαγαζί. Γαμοσταυρίδια ο κώστας που δεν το κλείσαμε και δώστου καφέδες και αναψυκτικά. Τελειώνει το βάσανο να καθαρίσουμε να πλήνουμε να μαζέψουμε τραπέζια, περναέι η ώρα. Ρίχνω μια ματά στο ρολόϊ, 6:30 φεύγω για μπάνιο να πάω και γιατην βάρκα, ενώ ο κώστας θα περίμενε τα κορίτσια.

Μπανάκι ξύρισμα έτοιμος, βούρ για την βάρκα. Πρέπει να πιώ όμως και το καφεδάκι με την ζωντοχήρα να πούμε και κανά κουτσομπολιό, να της αφήσω και 2 σακούλες αποφάγια για τον σκύλο ώστε να μας δώσει και την μηχανή, καλό το κουπί αλλά δεν λέει αν απομακρυνθείς λίγο απο παραλία. Με όλα αυτά περνάει η ώρα, γυρνάω κατά τις 9, μόλις είχαν φτάσει τα κορίτσια. Ανεβαίνωντας άκουγα τις σκάλες άκουγα την αγριοφωνάρα του κώστα και τα γέλια των κοριτσιών.

Μπαίνω, κάνει κίνηση ο κώστας να με γνωρίσει στην πρώτη αδερφή, που είναι φάτσα μου. Με βλέπει και την βλέπω, ωραίο κομμάτι δεν μπορώ να πω, κάτι μου θύμηζε όμως αλλά δεν έδωσα σημασία. Η κίνηση να απλώσω το χέρι πάει πακέτο με τα λόγια του κώστα "η καίτη και ο ......". Δεν προλαβαίνει να τελειώσει το ονομά μου και συγχρόνως ακούω απο πίσω μου μια γυναικεία φωνή να φωνάζει:

"ΒΑΣΙΛΗ, ΒΑΣΙΛΗΗΗ, δεν είναι δυνατόν!!!!"

Γιατί χρηστέ μου όλα σε μένα, τόσο κακός άνθρωπος είμαι και δεν το ξέρω? Τι αμαρτίες πληρώνω?

"ΒΑΣΙΛΗ???????????????????"

***ΠΡΟΣΕΧΩΣ***